Παιδική φοβία

O φόβος είναι μια φυσιολογική αντίδραση προστατευτικού χαρακτήρα μπροστά σε ένα απειλητικό ερέθισμα. Είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης, γιατί μας κινητοποιεί προς αποφυγή ενός πραγματικού ή υποτιθέμενου κινδύνου. Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν και έρχονται σε επαφή με καινούργια ερεθίσματα και καταστάσεις, αρχίζουν πολύ φυσιολογικά να φοβούνται. Αυτό είναι ένα αναπτυξιακό φαινόμενο που εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου.

Πως μαθαίνουν τα παιδιά να φοβούνται;

Η ανάπτυξη των φόβων επηρεάζεται τόσο από την ιδιοσυγκρασία και την προσωπικότητα του παιδιού, όσο και από τις προσωπικές του εμπειρίες αλλά και το περιβάλλον μέσα στο οποίο εμφανίζονται τα φοβικά ερεθίσματα. Κάποιες τρομακτικές εμπειρίες, σύμφωνα με τη θεωρία της μάθησης, μπορεί να συνεξαρτήσουν το παιδί να νιώθει φόβο σε κάθε παρόμοια κατάσταση. Επίσης, οι φόβοι μαθαίνονται και μεταδίδονται στα παιδιά από τους γονείς τους. Αν εξετάσουμε το οικογενειακό περιβάλλον ενός παιδιού με κάποια φοβία, θα δούμε ότι και οι γονείς έχουν αντίστοιχες ή παρόμοιες φοβίες. Τα παιδιά έχουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται με εξαιρετική ακρίβεια τα συναισθήματα των γονέων ακόμα και όταν εκείνοι προσπαθούν να τα κρύψουν. Θα «πιάσουν» ακόμα και τα πιο μικρά σήματα που προδίδουν το πώς νιώθουν ή σκέφτονται οι γονείς. Εξάλλου, πολλά μηνύματα μεταδίδονται ασυνείδητα με τη γενικότερα στάση μας, τους μορφασμούς και τις χειρονομίες μας. Για το λόγο αυτό, λοιπόν, η ηρεμία, η ψυχραιμία και ο τρόπος που οι γονείς αντιμετωπίζουν τους φόβους των παιδιών τους, είναι καθοριστικής σημασίας για την εξάλειψη αυτών.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φόβοι των παιδιών μπορεί να αντανακλούν μια γενικότερη δυσλειτουργία μέσα στην οικογένεια. Το παιδί δηλαδή μπορεί να εμφανίζει κάποια φοβία ως σύμπτωμα ενός γενικότερου προβλήματος που αφορά όλη την οικογένεια. Για παράδειγμα, εντάσεις στις σχέσεις των γονέων μπορεί να οδηγήσουν το παιδί σε σχολική φοβία, επειδή εκείνο φοβάται να αφήσει τη μαμά μόνη μήπως πάθει κάτι. Έτσι αρνείται να πάει σχολείο, υιοθετώντας με αυτό τον τρόπο το ρόλο του προστάτη της μητέρας.

Πιο  συγκεκριμένα, στην περίπτωση των παιδιών προσχολικής ηλικίας, οι φόβοι συνδέονται κυρίως με καταστάσεις που προκαλούν το συναίσθημα της ανασφάλειας και της ανησυχίας μπροστά στο άγνωστο, στο απρόβλεπτο και στο ξαφνικό. Πολλοί παιδικοί φόβοι είναι φυσιολογικές συνέπειες της διαδικασίας ανάπτυξης των παιδιών. Οι τυπικές πηγές φόβου για τα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι το σκοτάδι, οι ασυνήθιστοι θόρυβοι, οι καταιγίδες, τα μεγαλόσωμα ζώα καθώς και τα άγνωστα πρόσωπα. Οι συνήθεις εκδηλώσεις φόβου σε αυτά τα ερεθίσματα είναι η έντονη ανησυχία και νευρικότητα, το κλάμα, καθώς και η αναζήτηση προστασίας και παρηγοριάς από τους ενήλικες. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα του νηπίου που κρύβεται στην αγκαλιά της μαμάς του όταν φοβάται κάποιο άγνωστο πρόσωπο καθώς και εικόνα του μικρού παιδιού που κλείνει τα αυτιά του και κλαίει όταν ακούει αστραπές και βροντές. Επίσης, συχνά τα παιδιά αυτής της ηλικίας μπορεί να ζητούν από τους γονείς τους να αφήνουν κάποιο φως αναμμένο και την πόρτα του δωματίου τους ανοιχτή τη νύχτα ή να ζητούν να κοιμηθούν αγκαλιά με το αγαπημένο τους παιχνίδι.

Οι φόβοι αυτοί δεν πρέπει να αποτελούν αντικείμενο ανησυχίας για τους ενήλικες καθώς υποχωρούν συνήθως με το πέρασμα του χρόνου. Πρόκειται για παροδικά φαινόμενα, τα οποία μπορεί να αναστατώνουν για ορισμένο χρονικό διάστημα το παιδί και τους γονείς του αλλά συνήθως παρέρχονται, εάν αντιμετωπιστούν σωστά χωρίς να παρακωλύουν την ομαλή συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού.

Πολλές φορές, οι φόβοι των παιδιών προσχολικής ηλικίας μπορεί να αποτελούν περιστασιακές αντιδράσεις σε συγκεκριμένα γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια της ημέρας. Για παράδειγμα, το παιδί μπορεί να εκδηλώσει φόβο για τους κλέφτες ή για τα φαντάσματα μετά από ένα τρομαχτικό έργο που είδε στην τηλεόραση ή μετά από ένα παραμύθι που περιείχε έντονα φανταστικά στοιχεία. Ο φόβος αυτός μπορεί να εκδηλωθεί είτε λεκτικά, κατά τη διάρκεια της ημέρας, είτε μέσω εφιαλτικών ονείρων κατά τη διάρκεια της νύχτας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η διαβεβαίωσή του για την ασφάλειά του από τους ενήλικες μπορεί να αποτελέσει επαρκή τρόπο αντιμετώπισης των φόβων αυτών.

Παρά το γεγονός όμως ότι οι φόβοι σαν αυτούς που περιγράψαμε αποτελούν συνήθως φυσιολογικές αντιδράσεις των παιδιών κατά την προσχολική ηλικία, αυτό δεν σημαίνει ότι οι ενήλικες πρέπει να τους παραβλέπουν εντελώς και να αφήνουν το παιδί αβοήθητο να μετατραπούν οι φόβοι αυτοί σε φοβίες οι οποίες αποτελούν πλέον μια παθολογική κατάσταση και μπορούν να αντιμετωπιστούν κυρίως με την παρέμβαση κάποιου ειδικού.

Η αντιμετώπιση των παιδικών φόβων

Προκειμένου να διευκολύνουν την ομαλή υποχώρηση των φυσιολογικών φόβων της προσχολικής ηλικίας, οι γονείς και οι παιδαγωγοί πρέπει να έχουν υπόψη τους ή να κάνουν τα εξής:

  • Να μη μεταδίδουν στο παιδί τους δικούς τους φόβους.
  • Να μην πανικοβάλλονται και μεγαλοποιούν τους φόβους του παιδιού δίνοντας υπερβολική προσοχή στην παραμικρή εκδήλωση φόβου
  • Να μην ειρωνεύονται τους φόβους του παιδιού, οι οποίοι μπορεί να μοιάζουν παράλογοι ή και αστείοι στα μάτια τους αλλά να είναι πρόθυμοι να ακούσουν το παιδί και να του συμπαρασταθούν με κατανόηση και ψυχραιμία.
  • Να μην εξαναγκάζουν βίαια και χωρίς καμιά προετοιμασία το παιδί να πλησιάζει το αντικείμενο του φόβου του.
  • Να μην εξαναγκάζουν βίαια και χωρίς καμιά προετοιμασία το παιδί να πλησιάζει το αντικείμενο του φόβου του.
  • Να διερευνούν την πιθανή πηγή του φόβου προκειμένου να παράσχουν στο παιδί τις απαραίτητες λογικές εξηγήσεις και έμπρακτες αποδείξεις ως προς την απουσία πραγματικού κινδύνου.
  • Να μη φοβίζουν σκόπιμα το παιδί λέγοντάς του ότι «αν δεν είναι καλό παιδί θα το πάρει ο «μπαμπούλας» ή η «αστυνομία». Αν οι ενήλικες προσπαθούν να ελέγξουν τη συμπεριφορά των παιδιών με τη χρήση του φόβου, δεν θα πρέπει στη συνέχεια να απορούν γιατί τα παιδιά φοβούνται!
  • Να χρησιμοποιήσουν εικονογραφημένα παιδικά βιβλία με παιδιά που φοβούνται αλλά τελικά ξεπερνάνε τους φόβους τους, τα οποία κυκλοφορούν στα βιβλιοπωλεία. Το παιδί μπορεί να ταυτιστεί με τον ήρωα του βιβλίου και να ξεπεράσει ευκολότερα το φόβο του.
  • Γενικά, έργο των ενηλίκων είναι να ενθαρρύνουν με κάθε τρόπο τα παιδιά ώστε να αναπτύξουν πρωτοβουλίες, αυτοπεποίθηση, θάρρος, αυτάρκεια και αυτονομία. Η υπερπροστατευτική συμπεριφορά των ενηλίκων διευκολύνει την εκδήλωση φόβων από την πλευρά του παιδιού. Θαρραλέος είναι όποιος νοιώθει ότι μπορεί να ασκήσει έλεγχο σε αυτά που του συμβαίνουν και ένα παιδί στο οποίο οι ενήλικες μεταδίδουν μηνύματα ανικανότητας, είναι λογικό να αισθάνεται αδύναμο και να φοβάται ευκολότερα.

 

Γουλιάμη Χαρά

Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια

Συνεχίζοντας την περιήγηση στο nautiluspatras.gr αποδέχεστε τη χρήση cookies και την Πολιτική Απορρήτου